Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

κάτω από τον τίτλο ''ναυάγιο''

και με ανάγνωση του Κρητικού του ΣΟΛΩΜΟΥ
το Γα1 εμπνεύστηκε,δημιούργησε,έγραψε:



Οι άνθρωποι στις μέρες μας χαρακτηρίζονται από αχαριστία και έλλειψη αίσθησης της πραγματικής αγάπης. Θα μπορούσε να πει κανείς πως λειτουργούν σχεδόν μηχανικά, σαν «ρομποτάκια» των σύγχρονων ρυθμών ζωής, ξεχνώντας το νόημα της αμοιβαίας ανταλλαγής συναισθημάτων. Ο χρόνος για τη δημιουργία σχέσεων ανθεκτικών στο πέρασμα των ετών, είναι ανύπαρκτος. Συνέπειες της κατάστασης αυτής είναι η μελαγχολία και τελικά η αίσθηση μοναξιάς. Το άτομο συνειδητοποιεί, δυστυχώς πολύ αργά την αξία της αγάπης και όταν πλέον θα έχουν σβήσει τα φώτα, μόνο το όνειρο θα μπορεί να το «σώσει» έστω και για λίγο από τη σκληρή και απάνθρωπη πραγματικότητα.

Ε.Π.

Ο χωρισμός από αγαπημένα πρόσωπα, μπορεί να σε κάνει να νοιώσεις άπειρα συναισθήματα. Τα κυρίαρχα νομίζω πως είναι  η μοναξιά και η μελαγχολία. Ερωτεύεσαι, αφήνεσαι, τα δίνεις όλα και στο τέλος μένεις μόνος, να θυμάσαι τα πολλά που είχατε κάποτε μαζί. Ίσως πολλοί το θεωρούν υπερβολικό, όμως όταν μένεις δίπλα σε μια σχέση που ναυάγησε, που εσύ προσπάθησες να τη σώσεις όμως δεν το κατάφερες, χάνεις τον κόσμο σου και τον εαυτό σου. Κι όποιος ισχυρίζεται το αντίθετο προφανώς δεν ερωτεύτηκε ποτέ, ώστε να νοιώσει τον πόνο που αφήνει πίσω του, ένας χαμένος έρωτας.

                                                                                 Δ.Κ.

Είχαν περάσει ήδη πέντε μήνες από το χωρισμό τους κι όμως τής ήταν αδύνατο να διαγράψει από τη μνήμη της το πρόσωπό του. Οι αναμνήσεις ξεπηδούσαν σαν φλογερά βέλη από μέσα της που έκαιγαν την πληγωμένη καρδιά της. Η απογοήτευση γινόταν νοσταλγία και το αντίστροφο ·φαύλος κύκλος που καθιστούσε ακόμη πιο έντονη την απώλεια. Όσο δυνατή κι αν ήταν η αγάπη της όμως, δεν μπορούσε να λησμονήσει την αχαριστία που εισέπραξε από εκείνον. Όσο κι αν προσπαθούσε, η αχαριστία αυτή είχε ριζώσει βαθιά μέσα της. Ήταν εκείνο το συναίσθημα που την έκανε να πιστεύει πως ο χωρισμός ήταν η μοναδική και ασφαλέστερη λύση, αφού είχε συνειδητοποιήσει ότι η σχέση τους δεν ήταν παρά ένα ναυάγιο.

                                                                                   Γ.Κ.



Το ναυάγιο είναι το κενό που νιώθουμε μέσα μας όταν χάνουμε ένα κοντινό μας πρόσωπο. Η απόγνωση και η μελαγχολία. Η θλίψη την οποία δεν ξέρουμε πώς να τα ξεπεράσουμε… ο ψυχικός πόνος που φέρνει κάθε χαμένη αγάπη, ο οποίος φαντάζει αξεπέραστος σαν ένας ψυχικός μονόδρομος. Είναι η στενοχώρια την οποία παρόλο που προσπαθούμε, με ότι δύναμη έχουμε, να την ξεπεράσουμε δεν καταφέρνουμε να κάνουμε τον εαυτό μας να νοιώσει καλύτερα. Είναι η χαρά που χάνεται, ναυαγεί, με το χάσιμο κάποιου που αγαπάς.

Α.Δ.

Σε ορισμένα ταξίδια, χρειάζεται στην αρχή πολλή  προσπάθεια ή χρήμα για να τα κάνεις. Η μοναξιά που νοιώθεις όμως σε ωθεί να γνωρίσεις νέα πρόσωπα, νέους χώρους και νέες καταστάσεις. Κατά τη διάρκεια τους, μπορεί να νοιώσεις απογοήτευση και νοσταλγία. Μπορεί για παράδειγμα να χάσεις κάτι σημαντικό όπως πολλά χρήματα, αλλά η μαγεία που θα νοιώθεις κατά την διάρκεια του ταξιδιού δεν μπορεί να περιγραφτεί. Το πιο σημαντικό είναι να γνωρίζει το άτομο ότι όσο μεγαλύτερη προσπάθεια και θυσίες κάνει για ένα ταξίδι τόσο ασφαλείς θα είναι από ένα «ναυάγιο».

Δ.Α.

Αρκετές φορές πολλοί από εμάς αισθανόμαστε σαν ναυαγοί, έχοντας χάσει παρέες, στόχους και διάθεση για δημιουργία. Νοιώθουμε σαν να βρισκόμαστε σε ένα έρημο νησί ολομόναχοι. Είναι στιγμές που όλα αυτά τα συναισθήματα καταπνίγουν τη φαντασία μας και δεν μας αφήνουν να κατανοήσουμε το πλήθος και την ποικιλομορφία των οργανισμών που συνθέτουν τη μαγεία του βυθού της θάλασσας που μας περιβάλλει. Σ’ αυτό το βυθό, μπορεί να υπάρχει και ένα ναυάγιο. Όταν βρισκόταν στην ακμή του έκανε ταξίδια, επισκέπτονταν μέρη και είχε πιστούς συντρόφους του τους ναύτες. Κάποια στιγμή, βυθίστηκε και τα έχασε όλα. Και όμως τα ξεπέρασε γρήγορα, αφού κάτω απ’ το νερό συνάντησε νέα παρέα, τους οργανισμούς της θάλασσας, που περνούν από μέσα του παίζοντας μαζί του ένα ατέλειωτο παιχνίδι. Όπως αυτό το ναυάγιο, έτσι και εμείς δεν πρέπει να χάνουμε τις ελπίδες μας με την πρώτη αποτυχία, αλλά να ξέρουμε ότι γύρω μας πάντα θα υπάρχει ένας άλλος σύντροφος, ένας άλλος φίλος, ένα άλλο όνειρο.

  Σ.Α.

Τον αγαπούσε και τον λάτρευε σαν θεό. Το πρόσωπό του ερχόταν συνεχώς στη σκέψη της και τις νύχτες έμενε ξάγρυπνη. Εκείνος όμως δεν ένοιωθε το ίδιο. Το παγωμένο βλέμμα του και η αδιαφορία, της ράγιζε την καρδιά. Η σχέση τους έμοιαζε με ναυάγιο. Η αγάπη και ο έρωτας συνεχώς χτυπούσαν στα κοφτερά βράχια της ψυχής του αγοριού της. Το κορίτσι ήταν η σκέψη του όμορφου ταξιδιού, ενώ το αγόρι έμοιαζε με τη θλίψη και τη μελαγχολία που αποπνέει η εικόνα ενός ναυαγίου. Αφού απομακρύνθηκαν, το κορίτσι συνειδητοποίησε πως τελικά η καλύτερη λύση ήταν αυτή. Οι προσπάθειές της κατέληγαν απέλπιδες εφόσον δεν έβρισκαν αντίκρισμα. Η ηρεμία πλημμύριζε την ψυχή της και επούλωνε κάθε πόνο που ένοιωθε. Η μπόρα είχε περάσει και το ουράνιο τόξο δεν αργούσε να φανεί.

Γ.Κ.

Για ένα ταξίδι ξεκίνησε πάλι, ένα ταξίδι σαν όλα τα υπόλοιπα. Ήταν συνηθισμένος άλλωστε σ΄αυτά τα ταξίδια… είχε κάνει πολλά και την ήξερε καλά τη θάλασσα. Κάθε που ο ήλιος έγερνε προς τη δύση έτοιμος να χαθεί από τον καταγάλανο ουρανό, που ήταν σαν να καθρεφτίζει τη θάλασσα μερικές φορές τον έπιανε μια περίεργη χαρμολύπη. Αναπολούσε όλα αυτά που πέρασε σε στεριά και θάλασσα. Αλλά πιο πολύ στη στεριά, γιατί εκεί την είχε δει. Εκεί…. Στο λιμάνι από αυτά που συνήθιζε ν΄αράζει. Εκεί με το κατάλευκο φόρεμά της και τα μαλλιά της λυτά  να αγκαλιάζουν την πλάτη της. Είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε…ούτε εκείνος θυμόταν πόσα… αλλά όμως ούτε μέρα δεν είχε περάσει που να κοιτάζει τον ήλιο να δύει και να μην την θυμάται. Και τότε πάλι ερχόταν εκείνη η στιγμή που γέμιζε πάλι τυφλές ελπίδες ότι μπορεί πάλι να την ξαναδεί  σ΄ένα λιμάνι από αυτά που άραζε συχνά…όμως αυτό κρατούσε λίγο και επέστρεφε ξανά η θλίψη στα μάτια και στην καρδιά του… Η θλίψη που την άφησε να χαθεί έτσι… που δεν είχε το θάρρος…

Π.Λ.

Το 700 π.Χ. ο Οδυσσέας, βασιλιάς της Ιθάκης αναγκάστηκε να αφήσει τη γυναίκα του, την πατρίδα του, το γιό του ξια να υπερασπιστε’ί τους Έλληνες στον Τρωικό πόλεμο, ο οποίος είχε ξεσπάσει. Ο δεκαετής αυτός πόλεμος τελείωσε με νικητές τους Έλληνες. Στο τέλος, ο Οδυσσέας διέπραξε ύβρη στους θεούς, οι οποίοι έδωσαν παράταση στη μακρινή επιστροφή του. Μετά από δεκαετείς περιπλανήσεις νοσταλγίας, ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη όπου έζησε με την οικογένειά του μέχρι το τέλος της ζωής του.

Κ.Μ.

Μέσα στην απεραντοσύνη της θάλασσας, η μοναξιά είναι ανυπόφορη, η λύπη για τα πρόσωπα που αγαπάς και βρίσκονται μίλια μακριά σου είναι έντονη. Τεράστια η μελαγχολία που νιώθεις να σε κυριεύει όλο και πιο πολύ. Θες να αφεθείς στο θάνατο, το ναυάγιο είναι τόσο κοντά που θέλεις να φύγεις , να ηρεμήσεις. Δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω, τη στιγμή που το ναυάγιο ξεπερνά τη σκέψη και φτάνει στην πραγματικότητα. Δεν υπάρχει λύση. Η γαλήνη της θάλασσας, η τελευταία στιγμή.                                                Η.Β.

Τα καλοκαίρια… Άραγε ποιος από εμάς δεν έχει νιώσει στην αρχή του Σεπτέμβρη τη μελαγχολία που αφήνει πίσω του το καλοκαίρι φεύγοντας; Αρχίζεις να νοσταλγείς τις τρέλες και τις βραδινές βόλτες κάθε μέρα που ήταν ανέμελη και ξέγνοιαστη μακριά από το άγχος και την πίεση του χειμώνα. Έτσι νιώθεις το ‘’ναυάγιο΄΄ της χαράς να εισβάλλει μέσα σου.        Ε.Γ.

Πολλές φορές έχουμε ανάγκη ανθρώπους οι οποίοι μας κατακλύζουν με την αθωότητα και την ανεξάντλητη προσφορά αγάπης. Η ιδιοτέλεια είναι ανύπαρκτη και ένας άνθρωπος όντας ευτυχισμένος με έναν άλλον βιώνει την απόλυτη μαγεία. Όμως οι άνθρωποι κουράζονται και ψάχνουν τρόπους διαφυγής, φοβούνται γιατί δεν έχουν το θάρρος να αντιμετωπίσουν τα αισθήματα που βλέπουν ότι ξεθωράζουν. Δεν μιλάνε στο συνοδοιπόρο τους και έτσι καταλήγουν να τον χάσουν ολοσχερώς.       Α.Ε.

Στις 12 Ιουλίου μάθαμε πως το κρουαζιερόπλοιο που μετέφερε την αδερφή μου και τον άνδρα της από τις διακοπές τους ναυάγησε. Και πως μέσα στους νεκρούς ήταν κι αυτοί. Η στενοχώρια μας ήταν τόση που όταν μας πήγαν να τους αναγνωρίσουμε τους μπερδέψαμε με άλλους και παρ’ ολίγο να μας κλείσουν στη φυλακή. Η αδερφή μου και ο άνδρας της αγαπιόντουσαν πολύ και είχαν πάει ένα ταξίδι αλλά δεν ήταν τυχεροί. Έτσι όταν ξεκίνησαν από το λιμάνι για κοντά μια ώρα μετά αισθάνθηκαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά στο πλοίο. Έτσι, το πλοίο άρχισε να παίρνει νερά με αποτέλεσμα να χαθούν 1.500 άνθρωποι και μέσα σε αυτούς- και η αδερφή μου με τον άνδρα της.

                                                                                                                           Γ.Κ.

Ολόκληρη η ζωή του ανθρώπου αποτελείται από στιγμές, τις οποίες καθορίζει ο ίδιος μέσα από τις επιλογές που κάνει. Τις περισσότερες φορές  οι αναμνήσεις που αποκτά είναι ιδιαίτερα ευχάριστες και συνήθως συμπεριλαμβάνουν συγγενικά πρόσωπα ή φιλκά. Αυτές τις αναμνήσεις τις φυλάει στην καρδιά του. Όταν τις φέρνει στο νου του αναπολεί και νοιώθει μια νοσταλγία διότι αναλογίζεται ότι ίσως να μην συμβούν ξανά. Υπάρχουν ωστόσο και στιγμές που ήταν για τον ίδιο επώδυνες, κατά τις οποίες ένοιωσε ίσως ότι είχε φτάσει στα όριά του, σε μια κατάσταση απροχώρητη. Τότε ήταν που αισθανόταν μία ανεξήγητη μοναξιά ενώ την ίδια περιβαλλόταν από άτομα που ενδιαφέροταν για το καλό του, που ήθελαν να τον προσφέρουν όση αγάπη χρειαζόταν απλά εκείνος δεν το έβλεπε διότι οι κακές του εμπειρίες τον τύφλωναν. Είχε βιώσει δύσκολες καταστάσεις, πολλές απογοητεύσεις και ήττες και του ήταν δύσκολο πλέον να εμπιστευτεί ξανά. Ένοιωθε ότι χανόταν σταδιακά σε ένα συναισθηματικό ναυάγιο, από το οποίο δύσκολα γλιτώνει κανείς. Ατένιζε με μελαγχολία τα παιδικά του χρόνια και επιθυμούσε να γυρίσει σε εκείνη την αθωότητα. Πολλές φορές πίστεψε ότι δεν αντέχει άλλο και όμως κάθε φορά ένα γεγονός του έδινε το κουράγιο να συνεχίσει. Κάτι που του έδινε την ελπίδα να μην το βάλει κάτω και να προσπαθεί ακόμη περισοότερο. Έγινε έτσι ένας αγωνιστής της ζωής που παλεύει να εκπληρώσει τα όνειρά του.

                                                                                                                                                                                   Β.Κ.  
Ήξερε πως δεν τους άξιζε αυτό το τέλος.Κοίταζε τις φωτογραφίες τους και ένιωθε στα αυτιά της μια μελωδία, μια μελωδία τόσο οικεία.. Και βέβαια, ήταν η μελωδία της νοσταλγίας για όλα αυτα τα χρόνια που πέρασαν μαζί. Από μέσα της ξεπηδούσαν ανεξέλεγκτα πολλά συναισθήματα, άλλοτε αυτά της γλυκιάς χαράς και άλλοτε της αβάσταχτης θλίψης. Όλα αυτά ήταν πλέον αναμνήσεις,είχαν προσπαθήσει τόσο πολύ να σώσουν την αγάπη τους και τους εαυτούς τους αλλά μάταια.Ένα δάκρυ κύλησε όταν ξαφνικά μπήκε στο δωμάτιο για να την δει μια τελευταία φορά. Λυπάμαι γι΄αυτή την κατάληξη, είπε. Πώς γίναμε τόσο αδιάφοροι ο ένας για τον άλλο; Τόσο κενοί που δεν μπορούμε να μας προσφέρουμε τίποτε άλλο. Τόσο ανούσιοι, σαν παρενθέσεις στην υπόλοιπη ζωή μας. Αντίο για πάντα. Αγκαλιάστηκαν τόσο σφιχτά που ένωσαν όλα τα σπασμένα κομμάτια τους και μετά χάος. Κατευθύνθηκαν προς την έξοδο με τη βαλίτσα της και αποχωρίστηκαν ο ένας τον άλλον. Όλα όσα είχαν ζήσει μαζί τελείωσαν με ένα απλό κλείσιμο της πόρτας. Και δεν ξανασυναντήθηκαν ποτέ. 
                                                                  Β.Κ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου